Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2021

ΣΑΝ ΑΣΤΕΡΙΑΣ ΠΟΥ ΛΑΜΠΕΙ ΣΤΟ ΒΥΘΟ ΤΟΥ ΕΤΣΙ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ ΛΑΜΠΕΙ ΚΑΙ ΣΩΠΑΙΝΕΙ (18 Παρομοίωση)

 Με λένε Ορέστη μα στη λέξη μη σταθείς

Παρακαλώ προσπάθησε πίσω απ’ τη λέξη

να δεις τη νύχτα του χιονιού   και του αγριμιού

το μάταιο μες στην ερημιά   ν’ ακούσεις κλάμα

(1 ΑΥΤΟΣΥΣΤΑΣΗ)

 

Και μολονότι ξένος και μονήρης

ανθίζω κάποτε στο φως ωραίος και πλήρης

παρ’ όλα αυτά τα κάτοπτρα που ωστόσο

μ’ αμφισβητούν και μ’ ασχημίζουν τόσο

(2 ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ)

 

Και πόσος κόσμος θε μου  τι βοή

μες στην καταραμένη πόλη   

μες στο τριμμένο φως  

τον κουρνιαχτό τις τρομαγμένες μάσκες όπου εγώ

με απελπισμένο βλέμμα ναυαγού

του κάκου ψάχνω να σε δω

κι Εσύ πάντοτε αργείς να ’ρθεις και

πρόωρα φεύγεις

(3 ΩΚΕΑΝΟΣ)

 

Έτσι – χωρίς να καρτερώ επισκέπτη

λούζομαι   και χτενίζομαι  και λάμπω

(4 ΑΝΑΙΤΙΑ)

 


ΚΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ… ΑΔΕΣΠΟΤΟ ΣΚΥΛΙ ΠΟΥ ΜΑΤΑΙΑ ΨΑΧΝΕΙ ΣΤΟ ΘΕΪΚΟ ΔΟΧΕΙΟ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ (12)

Μέσα σε φως και μνήμη κατοικώ

πώς λησμονήθηκα λοιπόν   στο σώμα;

(19 ΑΦΥΠΝΙΣΗ)

 

Καθώς εσύ φεγγοβολείς    εγώ

νιώθω σχεδόν ηδονικά   και σκοτεινιάζω

(21 ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ)

 

Και πάλι ροδινοι νυγμοί   στην άδεια νύχτα

σταγόνες μνήμης   στην τυφλή σπηλιά μου

ένα πουλί από φως στο μαύρο φόντο

ρίγη κελαϊδισμού

φοβάμαι πάλι

(23 ΑΠΕΙΛΗ)

[αντιπροσωπευτικές επιλογές από τη συλλογή του Ορέστη Αλεξάκη Η ΛΑΜΨΗ  1983 κι άλλα ποιήματα από αυτή τη συλλογή με αντιγραφή κι επικόλληση  από το συγκεντρωτικό τόμο ΠΟΙΗΣΗ 1960-2009 εκδόσεις Γαβριηλίδης 2011]

 

 

 

5. Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ (κι άλλα ποιήματα από τη συλλογή του Ορέστη Αλεξάκη Η ΛΑΜΨΗ 1983)

Η Μαρία μου φέρνει μαργαρίτες

μου φέρνει περιστέρια κι ένα γράμμα

 

Δεν έμαθε η Μαρία πως ταξιδεύω

πως πια δεν κατοικώ σ’ αυτό το σώμα

 

6. ΝΥΧΤΑ

Με τρομάζουν οι μνήμες

περπατάνε

με βήματα ηχηρά πάνω στη στέγη

 

7. ΧΤΥΠΟΣ

Ποιος είναι;

Ο ζωντανός που αναχωρεί

 

Ποιος είναι;

Ο πεθαμένος που επιστρέφει

 

8. ΝΕΜΕΣΗ

Κυλούν

κυλούν στον κήπο του φονιά

τα σκοτεινά νερά

 

του πεθαμένου

 

9. ΣΚΟΤΑΔΙ

Σκοτείνιασε στην κάμαρα μητέρα

θέλεις ν’ ανάψω το κερί

 

στο μέτωπό σου

 

10. ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Διωγμένοι από την όμορφη πατρίδα

τώρα στους δρόμους των γυμνών ωρών

 

νομάδες ουρανών

 

αλιείς άστρων

 

εμείς οι δόλιοι πρόσφυγες

του επάνω κόσμου

 

11. ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΣΥΛΛΑΒΟΣ

Μεγάλα μάτια του Θεού

που ξαγρυπνάτε εντός μου

 

φοβάμαι να καθρεφτιστώ

στα σκοτεινά νερά σας

 

μη γίνω αγέρας και χαθώ

μη γίνω φως και σβήσω

 

 

13. ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ

Με την πυκνότητα της πέτρας ή του σίδερου

 

ή και του ακόμα πιο πυκνού

θανάτου

 

14. ΑΡΓΟΠΟΡΙΑ

Μεγάλα μονοπάτια με προσπερνούν

 

έρχονται από την αχλή των περασμένων

και σαν ποτάμια χύνονται

στο μέλλον

 

Κι εγώ ο καημένος πάντα οδοιπορώ

και πάντα μένω εδώ

στον ίδιο τόπο

 

15. ΕΠΙΔΙΩΞΗ

Σαν όστρακο σε υποθαλάσσιο βράχο

που μεσ’ απ’ το κλεισμένο κέλυφός του

ακούει θρόους φυκιών νερών ψιθύρους

 

έτσι κι εγώ

κλεισμένος στο σαρκίο

ν’ ακούω τον χρόνο ατάραχος

να ρέει

 

16. ΕΚΠΛΗΞΗ

Κι έτσι ακουμπώντας στο προσκέφαλό σου

στης ρέμβης σου το λίκνισμα αφημένος

μπήκα μέσα στο ίδιο τ’ όνειρό σου

είδα το φως σου

κι ό,τι

μέσα στο φως σου ανθίζει

 

Τη φοβερή απροσδόκητη ομορφιά σου

την κλειδωμένη ερμητικά στο σώμα

 

Σαν καταθαμπωμένος τυμβωρύχος

 

17. ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ

Καθρεφτίζεσαι  μέσα μου   Το είδωλό σου

στολίζει της ψυχής μου το βυθό

με γιορτινά χαμόγελα

κι αστέρια

 

Κι όταν εσύ και πάλι απομακρύνεσαι

παίρνοντας όλο σου το φως μακριά από τις όχθες μου

το είδωλό σου δε σ’ ακολουθεί

 

Μένει για πάντα στο βυθό

και μ’ ομορφαίνει

 

20. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Νιώθω να μας πλησιάζουν οι νεκροί

 

σαν να ’ρθε πια καιρός

να μας μιλήσουν

 

22. ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ

Ακούς βαριούς βηματισμούς πάνω στο χιόνι;

 

Οι σύντροφοι είναι

που επιστρέφουν

από το παγωμένο μέλλον

ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ:  Εμφανίστηκε αργοπορημένος αλλά ώριμος στα Γράμματα και κατόρθωσε η ποίησή του να γίνει γρήγορα αναγνωρίσιμη για την ιδιαίτερη μουσικότητά της, την υποβλητική της ατμόσφαιρα και τη σκοτεινή γοητεία της, για τις αιφνιδιαστικές διανοίξεις της στον κόσμο του μυστηρίου. Επηρεασμένος στην αφετηρία του από τον συμβολισμό, ο Ορέστης Αλεξάκης (1931-2015) έγραψε σε ελεύθερο στίχο αλλά αναμετρήθηκε επιτυχώς και με τον έμμετρο και ομοιοκατάληκτο (Νυχτοφιλία, Αγαθά παιγνίδια, Μου γνέφουν). Εξέδωσε δέκα ποιητικές συλλογές, μία συγκεντρωτική έκδοση των ετών 1960-2009 και δύο τόμους με επιλογές από το ποιητικό του έργο. Έγραψε ποιήματα υπαρξιακά, που συνομιλούν με τους νεκρούς και το επέκεινα, παραμένοντας προσηλωμένος στο θέμα των απαρηγόρητων νεκρών και της μνήμης που επιστρέφει· υπήρξε μεταφυσικός και ταυτόχρονα αγνωστικιστής. Κι επειδή ακριβώς η ποίησή του είναι μεταιχμιακή, είναι μια ποίηση με αναγνωστικό μέλλον [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου Ο Ποιητής Ορέστης Αλεξάκης ΑΚΟΥΣΙΟΣ ΠΟΝΤΟΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΑΒΥΣΣΟΥ: συναγωγή ανέκδοτων κειμένων για το έργο του]

Τετάρτη, 24 Φεβρουαρίου 2021

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΑ ΠΕΣΟΥΝΕ ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΑΠ’ ΤΑ ΔΕΝΔΡΑ

  (… εδώ που ψιθυρίζουνε γλυκά οι αύρες…) «Αχ, να μη σ’ έβλεπα καλύτερα παρά που μπαίνεις έτσι από τον τοίχο»!.. (Αλόη Σιδέρη)   ...

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΤΟΥΣ